«Δεν με ενδιαφέρει η δημοσιότητα ούτε και το επάγγελμά μου. Έφυγα πριν από 40 χρόνια και έφυγα ψηλά. Δεν θα επέλεγα να επιστρέψω σε καμιά περίπτωση, τώρα που είμαι 80 ετών» έλεγε τον περασμένο Μάιο ο ακριβοθώρητος Άλκης Γιαννακάς στην «Espresso», σε μία από τις σπάνιες εξομολογητικές εμφανίσεις του στα ΜΜΕ.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Ωστόσο, τίποτα δεν προμήνυε ότι το «Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη», ο «Ντελικανής» του ελληνικού σινεμά, την περασμένη Κυριακή θα έκλεινε μια για πάντα τα μάτια του, παίρνοντας μαζί του όλα τα μυστικά της ζωής του. Μιας ζωής γεμάτη πάθος, έρωτα αλλά και λατρείας για το γυναικείο φύλο. Και το αντίστροφο όμως, καθώς και το γυναικείο φύλο τον λάτρεψε.
Η Iλυα Λιβυκού τον αποκαλούσε «ήρεμη δύναμη». Στα γυρίσματα του «Ντελικανή» «τα κοριτσόπουλα έτρεχαν να δουν τον γόη. Ήταν καλός στον ρόλο του, γι’ αυτό και θεωρήθηκε αιώνιος ζεν πρεμιέ» είχε αναφέρει η ίδια στη μοναδική εξομολόγηση ζωής που είχε κάνει το 1999 στον υπογράφοντα. Άλλωστε από τον «Ντελικανή» πήρε και το βάπτισμα του πυρός για να ανέβει τα σκαλοπάτια της κινηματογραφικής δόξας.
Από την άλλη, η Γκιζέλα Ντάλι τον έλεγε «αγρίμι». Ένα αγρίμι που αναστάτωσε για πολλά χρόνια τη ζωή της Ελληνίδας Μπριζίτ Μπαρντό, όπως την αποκαλούσαν τη δεκαετία του ’60, η οποία έμεινε μαζί του για πέντε χρόνια. Έφτασαν στον αρραβώνα, αλλά ποτέ σε γάμο, καθώς η δυναμικότητα και των δύο έφερνε πολύ συχνά συγκρούσεις!
Η Γκιζέλα Ντάλι μέχρι και το τέλος της ζωής της θυμόταν τον μοιραίο έρωτά της με τον Άλκη Γιαννακά, αλλά και το πώς προσπαθούσε να προφυλάξει την σχέση της από τα κοριτσόπουλα της εποχής, που έκαναν ουρά ακόμα και για ένα του βλέμμα. «Ήταν ο ομορφότερος όλων. Είχε ένα πρόστυχο βλέμμα που γκρέμιζε κτίρια» θα δηλώσει η ίδια στον υπογράφοντα σε πολυσέλιδη συνέντευξή της στο περιοδικό «Down Town».
Παιδί της Κατοχής, ο Αλκης Γιαννακάς δεν αναφέρθηκε ποτέ στην οικογενειακή του ζωή. Ακόμα κι όταν βρισκόταν μπροστά από τα φώτα της δημοσιότητας, απέφευγε να δίνει συνεντεύξεις στα περιοδικά της εποχής. Ήταν συνεσταλμένος, ήρεμος και προπάντων ήθελε να πετύχει. Οχι με κόστος τα πάντα, αλλά ήθελε να στηρίζεται στο ταλέντο του και απεχθανόταν να του λένε πόσο όμορφος ήταν.
Δεν έβαλε ποτέ νερό στο κρασί του, γι’ αυτό άλλωστε και δεν έκανε ταινίες που θα άφηναν υπονοούμενα ότι θυσίασε το πανέμορφο κορμί του και το αγγελικό του πρόσωπο για την καριέρα του. Αυτό θυμόταν και η Γκιζέλα Ντάλι, όταν για περίπου έναν μήνα είχε φιλοξενηθεί από τον υπογράφοντα στο σπίτι του και μιλούσε για την περίοδο που ήταν ζευγάρι με το «Ρεμάλι της Φωκίωνος». Για ώρες το δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι έγραφε όσα εκείνη θυμόταν για τον μεγάλο της έρωτα. Τότε που τους κυνηγούσαν για ένα κλικ.
«Ο Αλκης ήταν η μεγάλη μου καψούρα. Ο έρωτας της ζωής μου. Δεν το κρύβω. Δεν θα μπορούσα να το κρύψω. Την ταινία “Ο Παρθένος” τη γυρίσαμε στη Νάξο, στο χωριό της μάνας μου. Ημασταν μέσα στα μέλια. Δεν είχαμε μυαλό ούτε για σενάριο ούτε για φιλμ. Κλεισμένοι μέσα σε ένα σπίτι. Δεκαεπτά ολόκληρες μέρες. Κάποια στιγμή αγανάκτησε ο σκηνοθέτης και λέει: “Τι θα γίνει; Πρέπει να ολοκληρώσουμε την ταινία”. Ετσι ξεκολλήσαμε από τα ερωτικά μας και αρχίσαμε να ασχολούμαστε με την ταινία» θυμόταν η πανέμορφη σταρ του σινεμά για τον γόη και σύντροφό της Αλκη Γιαννακά.
Μετά τον χωρισμό του από την Γκιζέλα Ντάλι έρχεται ο έρωτάς του με την Ελένη Ερήμου. Τα σπάνια κλικ των περιοδικών της εποχής είχαν φανερώσει και το νέο ειδύλλιο της εποχής. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση ο Γιαννακάς δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για τον δεσμό του με την πανέμορφη ηθοποιό. Και αυτός ο δεσμός δεν έμελλε να κρατήσει για πάντα. Ο δυναμικός χαρακτήρας και των δύο διέλυσε το παραμύθι που ήταν έτοιμο να γραφτεί με χρυσά γράμματα για τον ελληνικό κινηματογράφο.
Στην πλατεία Αμερικής ο Αλκης Γιαννακάς θα ζήσει σχεδόν όλα τα χρόνια της ζωής του. Ενα διαμέρισμα, λίγες παρέες με απλούς ανθρώπους της διπλανής πόρτας και κυρίως… σιωπή για τη ζωή του.
Στα night clubs και τα μπουζουξίδικα της εποχής ο Αλκης Γιαννακάς ήταν μόνιμος θαμώνας. Τον γνώριζαν όλες οι φίρμες της εποχής και όλοι τον ήθελαν για το δικό τους promotion. Αλλωστε ήταν πάντα ακριβοθώρητος και πάντα προκαλούσε σεισμό. Μέχρι και τα τελευταία χρόνια της ζωής της η Καίτη Γκρέυ θυμόταν έντονα όταν βρέθηκαν στο ίδιο τραπέζι με τον «Ντελικανή» του σινεμά. «Θυμάμαι πως για τις άλλες γυναίκες ήταν ο γόης. Για μένα απλά ένας ηθοποιός. Εγώ άλλωστε είχα έναν Μπάρκουλη δίπλα μου τότε. Οταν πήγα λοιπόν να καθίσω στο τραπέζι και δεν μου πρόσφερε την καρέκλα από ευγένεια, κατάλαβα πόσο πιο πάνω στην υπόληψή μου ήταν ο Ανδρέας».
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70, όταν ο ελληνικός κινηματογράφος έχει αρχίσει να σβήνει, ο Γιαννακάς θα αρχίσει να παίρνει αποστάσεις απ’ όλους κι απ’ όλα. Εκανε το ίδιο δηλαδή, όπως και όλα τα είδωλα και οι ζεν πρεμιέ εκείνης της χρυσής εποχής: Κακκαβάς, Μπάρκουλης, Γιαννακάς. Δεν ήθελε να μαθαίνουν οι άλλοι για εκείνον. Αλλά ούτε και εκείνος για τους άλλους. Μερικούς περιστασιακούς ρόλους, απλώς για επιβίωση, και τίποτα άλλο.

Λαδικού στην ταινία «Το Ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη»
Ακόμα και τη δεκαετία του ’90, όταν του πρότειναν πολλά χρήματα από τηλεοπτικές εκπομπές για να παρουσιάσει τη ζωή του, αρνήθηκε διακριτικά και παρέμεινε για χρόνια ερμητικά κλεισμένος στον δικό του κόσμο, πέριξ της πλατείας Αμερικής.
Ακόμα κι όταν τα τελευταία χρόνια φωτογραφίες του στο «Σπίτι του Ηθοποιού» είδαν το φως της δημοσιότητας, εκείνος, φανερά στενοχωρημένος, αποφάσισε να αποσυρθεί ακόμα και από αυτή την καθημερινή του συνήθεια, να πίνει καφέ με την αγαπημένη του συνάδελφο Αννα Φόνσου, θέλοντας να διαφυλάξει την εικόνα του.
Και κάπως έτσι, σιγά σιγά, στενεύει ο κύκλος της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου. Τότε που τα αστέρια τα πλήρωνες με εισιτήριο για να τα δεις στη μεγάλη οθόνη, στο σινεμά!