Η μουσική οδηγούσε πάντοτε τα βήματά του. Αρχικά στο ραδιόφωνο, όπου συνάντησε ξεχωριστές προσωπικότητες της δημοσιογραφίας, όπως η Μαλβίνα Κάραλη.
Από τον Ηλία Μαραβέγια
Έπειτα σε θέατρα, όπου ως υπεύθυνος ήχου γνωρίστηκε με αυθεντικούς αστέρες της τέχνης, όπως ο Βλάσσης Μπονάτσος. Και τις δύο τελευταίες δεκαετίες σε στούντιο ηχογράφησης και νυχτερινά κέντρα, όπου δημιουργεί, ερμηνεύει και καταγράφει επιτυχίες. Ο Κωνσταντίνος Ράλλης ξετυλίγει μέσω της «Espresso Σαββατοκύριακο» το νήμα της προσωπικής του διαδρομής αποκαλύπτοντας ιστορίες με ανθρώπους, σχέσεις και τραγούδια.
Ποια είναι η πιο γλυκιά και ποια η πιο πικρή ανάμνηση που έχεις από τα παιδικά σου χρόνια;
Η πιο γλυκιά είναι τα καλοκαίρια με ανεμελιά, χωρίς ρολόγια, υποχρεώσεις και με μουσικές στα σπίτια της γειτονιάς. Η πιο πικρή ίσως είναι οι πρώτες φορές που ένιωσα ότι μεγαλώνω και πρέπει να αφήσω πίσω μου τα παιδικά ανέμελα χρόνια μου. Το λύκειο με έβαλε σε διαφορετικό τρόπο ζωής και σκέψης, γιατί ξεκίνησα δουλειά μαζί με το σχολείο, επειδή ήθελα να είμαι ανεξάρτητος.
Προτού ασχοληθείς επαγγελματικά με το τραγούδι ήσουν επιτυχημένος ραδιοφωνικός παραγωγός. Πώς βρέθηκες στα ερτζιανά;
Η μουσική ήταν πάντα στη ζωή μου, από παιδί. Το ραδιόφωνο ήρθε ως φυσική συνέχεια αυτής της αγάπης. Ολη τη μέρα άκουγα μουσική στα FM και φανταζόμουν τον εαυτό μου να μιλά στο μικρόφωνο και να με ακούν όλοι στην πόλη μου, την Πάτρα. Ανήκω στη γενιά που έπαιρνε τηλέφωνο για αφιερώσεις και προτιμήσεις τραγουδιών. Ξεκίνησα σε μικρούς σταθμούς της Πάτρας και σταδιακά βρέθηκα σε πιο επαγγελματικές συχνότητες της Αττικής, όπου και συνεργάστηκα με τους Μαλβίνα Κάραλη, Γιώργο Τράγκα, Δημήτρη και Λάμπρο Κωνσταντάρα, Αθηναΐδα Νέγκα και Γιάννη Πετρίδη. Ήταν μια πολύ όμορφη περίοδος της ζωής μου και με έναν τρόπο νομίζω ότι με προετοίμασε για το τραγούδι. Ηταν μια ωραία «προπόνηση» πριν βγω μπροστά στο μικρόφωνο.
Τι θυμάσαι έντονα από τη Μαλβίνα Κάραλη;
Ημουν μόλις 24 ετών όταν γνωριστήκαμε. Μπήκε ξαφνικά μια μέρα στο στούντιο χαμογελαστή με την Αθηναΐδα Νέγκα και, αφού με χαιρέτησε με πλατύ χαμόγελο, μου είπε ότι θα εντασσόταν στο δυναμικό του σταθμού μας. Η Μαλβίνα ήταν ευφυής και είχε το χάρισμα να εξηγεί τα πάντα κάπως διαφορετικά από πολλούς άλλους. Με έμαθε να παλεύω για τη ζωή, να είμαι ανοιχτόμυαλος, εργατικός και να αναλύω τα πάντα με γνώμονα το μυαλό μου και φυσικά με τη δύναμη της ψυχής μου. Δεν της άρεσαν τα ψέματα και οι υποκριτές. Ηθελε με τον λόγο της να αφυπνίσει τον κόσμο που την άκουγε.
Πώς αντιμετώπισε την ασθένειά της;
Η αλήθεια είναι πως έζησα τη Μαλβίνα Κάραλη στην πιο δύσκολη περίοδο της ασθένειάς της. Ήταν κουρασμένη, αλλά δυνατή. Πρόσχαρη όσο μπορούσε, είχε δίψα να συνεχίσει τη ζωή και τη δουλειά της σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Ακόμα και στις δύσκολες αυτές στιγμές ήθελε μέσω της μάχης που έδινε να παροτρύνει τους ανθρώπους να είναι ανοιχτόμυαλοι, ειλικρινείς, διορατικοί και να έχουν δίψα για τη ζωή παρά τις όποιες δυσκολίες! Μου χαμογελούσε συνέχεια, μου μιλούσε γλυκά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα υπέροχα μάτια της, που είχαν μια απίστευτη δύναμη όταν σε κοιτούσε.
Γιώργος Τράγκας. Τι σου είχε κάνει εντύπωση σε εκείνον;
Είμαι πολύ τυχερός που δούλεψα με μια τέτοια προσωπικότητα. Ηταν άριστος γνώστης της δημοσιογραφίας, της πολιτικής κατάστασης στη χώρα μας αλλά και ικανότατος ρεπόρτερ. Κρατώ πάντα στο μυαλό μου τις συμβουλές του για τη μαχητικότητα στη ζωή μας και τη διεκδίκηση των «θέλω» μας. Ηταν εκρηκτικός και αρκετά θορυβώδης όταν ήθελε να κάνει παρατηρήσεις. Εγώ βέβαια, λόγω της ιδιότητάς μου ως μουσικού παραγωγού είχα βιώσει έναν άλλο Τράγκα, πολύ πιο φιλικό. Θυμάμαι μάλιστα ότι ήταν περήφανος γιατί είχα πολύ δυνατά νούμερα ακροαματικότητας σε όλη την Αττική. Του άρεσε τόσο πολύ η εκπομπή μου που μια φορά μου τηλεφώνησε από το αυτοκίνητό του για να με συγχαρεί.
Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που διατηρούσες φιλικές σχέσεις ήταν ο Βλάσσης Μπονάτσος. Ποια είναι η ιστορία πίσω από τη γνωριμία σας;
Δούλευα στο ραδιόφωνο, όταν ξαφνικά ένα πρωί ήρθε πρόταση να εργαστώ και ως υπεύθυνος ήχου και μουσικής σε μεγάλο θέατρο της Αθήνας. Χωρίς να το σκεφτώ, είπα ναι και πήγα με χαρά. Εκεί είδα ότι στην παράσταση εκείνης της περιόδου πρωταγωνιστούσαν η Βάσια Παναγοπούλου και ο Βλάσσης Μπονάτσος. Ετσι γνωριστήκαμε. Μας ένωσε αμέσως η αγάπη και η «τρέλα» μας για τη μουσική.
Ο Βλάσσης μού έδινε απίστευτη ενέργεια και χαρά. Είχε χιούμορ και τότε στο θέατρο ζούσαμε μαζί του ένα… μεγάλο πάρτι. Συχνά μετά τις παραστάσεις βγαίναμε για φαγητό και διασκέδαση με δική του πρόσκληση. Τον άκουγα με τις ώρες να μου μιλάει αλλά και να μου τραγουδάει τα νέα του ροκ τραγούδια, αυτά που ήθελε να κυκλοφορήσει, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε. Συνεχώς μου έλεγε ιστορίες για την κόρη του, τη Ζένια, που τότε ήταν πολύ μικρή. Ο Βλάσσης ήταν «τρελομπαμπάς» και τον είχε ξετρελάνει αυτό που βίωνε τότε για πρώτη φορά. Ηταν απρόβλεπτος και τις πιο σκληρές αλήθειες τις έλεγε με χιούμορ. Δεν ήταν συντηρητικός, βαριόταν τα καλούπια. Του άρεσαν η διασκέδαση, η ζωή με θόρυβο και η ανεμελιά. Ηταν πάντα πολύ μπροστά από την εποχή του. Ζούσε με τη δική του εφηβική τρέλα. Τα στερεότυπα είναι για να σπάνε και νομίζω ότι αυτό έκανε, ακόμα και επί σκηνής, αφού συχνά ξέφευγε από το κείμενο και έλεγε δικά του λόγια.
Πόσο καιρό ήθελες ν’ αφήσεις το ραδιόφωνο και να ασχοληθείς επαγγελματικά με το τραγούδι προτού το κάνεις τελικά;
Η αλήθεια είναι πως η μουσική ήταν πάντα μέσα μου. Απλώς για ένα μεγάλο διάστημα τη μετέδιδα και τη μοιραζόμουν μέσα από ένα ραδιόφωνο. Η απόφαση ωρίμαζε μέσα μου σιωπηλά για πολύ καιρό. Κάποια στιγμή άρχισε να γίνεται πιο έντονη η ανάγκη να μη μιλάω μόνο για τα τραγούδια των άλλων, αλλά να αρχίσω να γράφω και να ερμηνεύω τα δικά μου. Δεν έγινε από τη μία μέρα στην άλλη. Ήρθε όμως με την ευλογία του Θεού τη στιγμή που έπρεπε.
Ήταν ρίσκο ν’ αλλάξεις επαγγελματική κατεύθυνση;
Όπως κάθε μεγάλη αλλαγή στη ζωή, έτσι και η αλλαγή στην επαγγελματική μας κατεύθυνση έχει πάντα ένα ρίσκο. Δεν γνωρίζεις πού βαδίζεις, όσο κι αν είσαι σίγουρος για σένα και τα «θέλω» σου. Πήρα τον χρόνο μου, το σκέφτηκα καλά, είπα ότι έχω γερό στομάχι και το 2003 ξεκίνησα μαθήματα φωνητικής στο Ωδείο Γλυφάδας με τον πρώην διευθυντή της Λυρικής Μάνο Μητσάκο. Το 2005 άρχισα να τραγουδώ σε πίστες της Αθήνας και της επαρχίας. Ήμουν μες στην καλή χαρά και μετά τη δουλειά έγραφα τα ξημερώματα στίχους που με μαγικό τρόπο έρχονταν στο μυαλό μου. Απίστευτη χαρά και δημιουργία τότε. Δεν ήταν εύκολο, αλλά άξιζε, γιατί σήμερα κάνω κάτι που με εκφράζει πραγματικά, που με γεμίζει περισσότερο και κυρίως νιώθω ότι ζω πιο συνειδητά. Αρα ναι, ήταν ρίσκο, αλλά το σωστό ρίσκο για μένα.
Εχεις δουλέψει με αρκετά γνωστά ονόματα, όπως, για παράδειγμα, με τη Μαίρη Λίντα. Πώς ήταν η συνεργασία σας;
Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που συνεργάστηκα με μια τέτοια καλλιτέχνιδα γιατί εκφράζει μια αξέχαστη εποχή του ελληνικού τραγουδιού. Οταν έβγαινε στη σκηνή, χειροκροτούσαν όλοι επί πέντε λεπτά. Ανατρίχιαζα ολόκληρος με όλο αυτό που έβλεπα μπροστά μου. Ξεχώρισα την απίστευτη κίνηση, το κέφι, τη δοτικότητά της επάνω στη σκηνή, τον επαγγελματισμό της στις πρόβες και την αγωνία της να πάνε όλα καλά. Μου έδωσε συμβουλές που κρατώ πάντα, όπως τον σεβασμό και τη συνέπεια που πρέπει να έχουμε απέναντι στον εαυτό μας και στο κοινό. Μου είχε πει να είμαι αληθινός, γιατί αυτό ο κόσμος το εισπράττει και το επικροτεί πάντα.
Αλλες συνεργασίες σου που ξεχωρίζεις ;
Μεγάλη τιμή και χαρά για εμένα ήταν ότι βρέθηκα επί σκηνής με έναν από τους σημαντικότερους λαϊκούς τραγουδιστές και αδελφό της Χαρούλας Αλεξίου, τον Γιώργο Σαρρή. Ηταν ήρεμος, πάντα χαμογελαστός και γλυκύτατος άνθρωπος. Ηταν κύριος και έδινε περισσότερο χώρο σε εμάς, τους νέους καλλιτέχνες. Συμβουλή του, να μη στενοχωριέμαι για τίποτα και να απολαμβάνω τη χαρά της ζωής και της μουσικής. Μέσω ραδιοφώνου συνεργάστηκα και με τον Δημήτρη Κωνσταντάρα, ο οποίος ήταν επίμονος στις απόψεις του και διορατικός. Επίσης στα χρόνια που δούλεψα ως υπεύθυνος ήχου σε θέατρα συνεργάστηκα με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, που ήταν υπέροχος ως άνθρωπος και εργοδότης. Ανοιχτόκαρδος, συζητήσιμος, προσέφερε μια ανοιχτή αγκαλιά σε κάθε συνεργάτη του.
Από τα τραγούδια που έχεις βγάλει ποιο είναι το δικό σου αγαπημένο και ποιο είχε κάνει το μεγαλύτερο γκελ στο κοινό;
Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο από τα τραγούδια μου, γιατί για μένα το κάθε τραγούδι έχει τον δικό του λόγο ύπαρξης και τον δικό του χαρακτήρα. Μέσα από αυτά εξωτερικεύω τα συναισθήματά μου και το πιο σημαντικό είναι όταν ο κόσμος βρίσκει κάτι δικό του μέσα σε αυτά και ταυτίζεται. Τα τραγούδια μου «Ενα δάκρυ», «Ερωτα σ’ αγαπώ» και «Χωρίς εσένα» μέχρι στιγμής έχουν κάνει γκελ στο κοινό με πολλές μεταδόσεις στο ραδιόφωνο και το spotify.
Δισκογραφικά σε τι φάση σε πετυχαίνουμε αυτή την εποχή;
Μόλις κυκλοφόρησε το τραγούδι μου «Ζωή σε δυο κομμάτια», το οποίο θα βρείτε σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες και στο YouTube με ένα υπέροχο κλιπ. Είναι μια μοντέρνα δυναμική μπαλάντα με έντονα συναισθήματα μοναξιάς και εσωτερικής αναζήτησης. Ένα τραγούδι επίκαιρο, σύμφωνα με τα βιώματα της καθημερινότητας κάθε μέσου ανθρώπου.
Εκφράζει όλους εκείνους που θέλουν να γυρίσουν πίσω στα ανέμελα, αθώα και γεμάτα αγάπη παιδικά τους χρόνια. Το τραγούδι το έχει γράψει (στίχους και μουσική) ο πατέρας μου Νίκος Αστέρης, που έχει «φύγει» από κοντά μας εδώ και μερικά χρόνια. Μου λείπει πολύ, εννοείται, αλλά και μέσα από το τραγούδι τον φέρνω συχνά στη σκέψη μου.