Το ραντεβού μας κλείστηκε στη Χοντρή Γάτα, στην Καλλιθέα, τον νέο χώρο εστίασης, που άνοιξε πριν από τέσσερις μήνες, κερδίζοντας ήδη τις γαστρονομικές εντυπώσεις. «Η επιλογή της περιοχής ήταν θέμα τύχης, όπως και πολλά άλλα στη ζωή μου γενικότερα. Ο ένας από τους συνεταίρους βρήκε τον χώρο και ο άλλος σκέφτηκε το όνομα, που, όπως αποδείχτηκε, αρέσει πολύ στον κόσμο. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αρέσει το φαγητό» μας λέει ο Τζώνυ Θεοδωρίδης, καθώς μας ξεναγεί στον χώρο.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Μπορεί να είναι δημοφιλής ηθοποιός με μακρά πορεία στο θέατρο και στην τηλεόραση, ωστόσο απασχολείται παράλληλα στην εστίαση από τα 14 του χρόνια, ενώ σε ηλικία 19 ετών άνοιξε το πρώτο του μαγαζί. Στις εξομολογήσεις του στην «Espresso» o αγαπημένος καλλιτέχνης μιλάει εφ’ όλης της ύλης, χωρίς φόβο και με… πολλή «Λάμψη».
Ονομα Ζαν Πιερ Καϊρούς
Σωστά. Είμαι μισός Λιβανέζος, από την πλευρά του πατέρα μου. Εζησα κιόλας στον Λίβανο μέχρι εφτά χρόνων, αλλά δεν θυμάμαι και πολλά πράγματα. Μεγαλώνοντας ξαναπήγα άλλες δύο φορές, ως επισκέπτης πια. Πάντως, έχω όμορφες αναμνήσεις γενικά από τη χώρα αυτή, η οποία πρέπει να σου πω ότι είναι σαν την Ελλάδα. Αλλωστε, έζησαν εκεί πάρα και πολλοί Ελληνες. Εμείς τώρα ερχόμενοι στην Ελλάδα μείναμε αρχικά στο Αιγάλεω, έπειτα πήγαμε για λίγο στη Θεσσαλονίκη και κατόπιν επιστρέψαμε στην Αθήνα, όπου εγκατασταθήκαμε για πολλά χρόνια στην πλατεία Αμερικής.

Και πώς το Ζαν Πιερ Καϊρούς έγινε Τζώνυ Θεοδωρίδης;
Λόγω του παππού μου, του πατέρα της μητέρας μου. Είχαμε μια ξεχωριστή σχέση μεταξύ μας, γιατί ήταν ο μόνος στην οικογένεια με καλλιτεχνική έκφραση. Συγκεκριμένα, ήταν βυζαντινός ψάλτης στην εκκλησία, αλλά δεν έψελνε μόνο, δημιουργούσε κιόλας – ειδικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμενε προτού έρθει οικογενειακώς στην Ελλάδα. Το Ζαν (Γιάννης) το πήρα από εκείνον και το Πιερ (Πέτρος) από τον άλλο παππού μου, τον Λιβανέζο. Τζώνυ ξεκίνησε να με φωνάζει ο μεγαλύτερος αδελφός μου, ο οποίος φοιτούσε σε γερμανικό σχολείο και έτυχε να γνωρίσει εκεί έναν μαθητή που τον έλεγαν επίσης Ζαν, αλλά τον φώναζαν Τζώνυ. Ετσι το κράτησα κι εγώ, για πιο εύκολο. Οσο για το Θεοδωρίδης, προέκυψε κι αυτό από τον Ελληνα παππού μου, είναι το επίθετό του.

Η ενασχόληση με την υποκριτική υπήρξε στόχος για σένα;
Οχι. Τυχαία προέκυψε. Αρχισα ως μοντέλο σε διαφημίσεις. Μάλιστα, μία από αυτές είχε σκηνοθετήσει ο Γιώργος Πανουσόπουλος, ο οποίος με πήρε μετά να παίξω έναν πολύ μικρό ρόλο στους «Απέναντι». Εκεί με είδε ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος και συνεργαστήκαμε και μαζί σε μία ταινία. Για μένα, που ήμουν πιτσιρικάς τότε, όλα αυτά ήταν λεφτά, δηλαδή τα έκανα ξεκάθαρα για οικονομικούς λόγους.
Προτού κατασταλάξεις επαγγελματικά στον καλλιτεχνικό χώρο, είχες σκεφτεί να ασχοληθείς με κάτι άλλο;
Ναι, σπούδασα μηχανολόγος και ήθελα να γίνω ιπτάμενος μηχανικός αεροσκαφών στην Πολεμική Αεροπορία, αλλά από τη στιγμή που άρχισε να μου αρέσει το θέατρο, τα παράτησα. Πήρα απλά το πτυχίο μου και δεν ασχολήθηκα.

Τι θυμάσαι πιο έντονα από τη συνεργασία σου με τον Γιάννη Δαλιανίδη;
Ηταν δάσκαλος ο Γιάννης! Μπορούσε να σου μάθει πράγματα, έδινε σωστές συμβουλές, ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσα πολύ. Πέρα από το γεγονός ότι με προετοίμασε για να δώσω εξετάσεις στη δραματική σχολή, μου γνώρισε και πολύ κόσμο, σχεδόν όλους τους παλιούς ηθοποιούς. Μέσω του Γιάννη γίναμε καλοί φίλοι με τη Ζωή Λάσκαρη. Μου γνώρισε επίσης την υπέροχη Μάρθα Καραγιάννη, την Κατερίνα Γιουλάκη, που «έφυγε» πρόσφατα, τη Μαίρη Χρονοπούλου, τον Κώστα Βουτσά, που και μ’ αυτόν γίναμε φίλοι, πολλούς.
Στην τηλεόραση ξεκίνησες από «Τα καθημερινά».
Ακριβώς. Μια σειρά της ΕΡΤ με πρωταγωνιστές τους Γιώργο Κωνσταντίνου και Ξένια Καλογεροπούλου, σε σκηνοθεσία Δαλιανίδη. Θυμάμαι τότε παρακολουθούσα με ανοιχτό το στόμα τον Γιώργο να παίζει μπροστά στην κάμερα, ήταν… μαγεία. Και η Ξένια φυσικά.

Τότε σε γοήτευε περισσότερο η τηλεόραση ή το θέατρο;
Πάντα το θέατρο με γοήτευε πιο πολύ, για μένα αυτό είναι που σου δίνει πράγματα. Στην τηλεόραση μπορείς να γυρίσεις πολλές φορές μια σκηνή και να διορθώσεις τυχόν λάθη, στο θέατρο αυτό δεν γίνεται. Αυτό σε κάνει να βρίσκεσαι σε μια συνεχή εγρήγορση. Αυτή είναι και η μαγεία του, ότι πρέπει να είσαι έτοιμος για όλα.
Αγαπημένες παραστάσεις στις οποίες έχεις παίξει;
Πάρα πολλές. «Ερωτόκριτος», «Ο βιολιστής στη στέγη», «Η ποντικοπαγίδα», έργα του Τσιφόρου. Πιο πρόσφατα έκανα τον «Φονιά» για τρεις σεζόν, που πήγε εξαιρετικά και ήταν μια ωραία εμπειρία. Αυτή την εποχή είμαστε μαζί με τον Αλμπέρτο Εσκενάζυ σε ένα έργο του Μπάμπη Τσικληρόπουλου. Λέγεται «Δεν υπάρχει ρόλος για σας» και είναι μια ωραία κωμωδία, στην οποία παίζουν επίσης οι Αλίκη Ζαχαροπούλου και Σαββίνα Πετρίδου. Αρχίσαμε περιοδεία στις 10 Ιουλίου και πιστεύω ότι θα πάμε πολύ καλά.
Κεφάλαιο «Λάμψη». Πώς βρέθηκες στη θρυλική σειρά;
Προτού βρεθώ στη «Λάμψη», ήμουν σε μια σειρά μυστηρίου στο Mega, στην «Επισκέπτης της ομίχλης», με πρωταγωνιστές τους Γιάννη Φέρτη και Τζοβάννα Φραγκούλη. Εγώ και η Φαίη Κοκκινοπούλου υποδυόμασταν δυο αδέλφια που αναζητούσαν τον δολοφόνο της μητέρας τους. Εκεί με είδε ο Νίκος Φώσκολος και μου έκανε πρόταση να συνεργαστούμε. Μου τηλεφώνησε ο ίδιος πολύ αργά το βράδυ, στο σπίτι μου. Μάλιστα, στην αρχή νόμισα πως επρόκειτο για φάρσα και του το έκλεισα. Μετά ξαναπήρε, βέβαια. Ηταν απρόβλεπτος ο Φώσκολος.

Ετσι έγινες ο «Στράτος Φωτεινός», που έκανε σχέση με τη «Βίρνα Δράκου», δηλαδή την Κάτια Δανδουλάκη.
Ναι, ήταν ωραίος ο ρόλος του «Στράτου». Και η ιστορία του με τη «Βίρνα», που κράτησε περίπου τρία χρόνια και είχε αυτή την ίντριγκα, λόγω του ότι εκείνη ήταν σύζυγος του παντοδύναμου Γιάγκου Δράκου, αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Γενικά, αγαπήθηκε πολύ η «Λάμψη», ειδικά τα πρώτα χρόνια. Βέβαια, ήταν η πρώτη ελληνική καθημερινή σειρά και παρά το γεγονός ότι στην αρχή όλα ήταν καλά, στην πορεία άρχισαν τα προβλήματα. Εστελναν τα κείμενα τελευταία στιγμή και δεν προλάβαινες να μάθεις στην ώρα σου. Ως εκ τούτου, από ένα σημείο και μετά δεν ήταν καλά για τον ηθοποιό. Υπήρχαν καθυστερήσεις στο γύρισμα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νεύρα και εντάσεις.
Εμεινες 12 χρόνια στη «Λάμψη». Τι κρατάς και τι πετάς;
Κρατώ τις ωραίες αναμνήσεις των πρώτων χρόνων και πετάω τα έξι τελευταία χρόνια που έμεινα στη σειρά. Δεν θέλω να τα θυμάμαι καθόλου. Δεν ήταν οι συνθήκες βιώσιμες για να μπορέσει ένας ηθοποιός να έχει την ψυχική ηρεμία να αποδώσει στη δουλειά του.
Θεωρείς ότι δεν θα έπρεπε να είχε κρατήσει τόσα χρόνια η σειρά;
Εχω την εντύπωση πως θα μπορούσε να είχε τελείωσει στα έξι χρόνια, θα ήταν ένα πολύ καλό timing να έριχνε τότε τίτλους τέλους.

Μετά τη «Λάμψη»;
Ηρθαν άλλες σειρές, οι «Αέρινες σιωπές», οι «Φιλοδοξίες», πολλά guests σε σίριαλ, όπως το «Τμήμα Ηθών». Ημουν από τους λίγους ηθοποιούς της «Λάμψης» που δούλεψαν μετά.
Γιατί πιστεύεις ότι άλλοι δεν δούλεψαν;
Κάποιοι μπορεί να είχαν… σηκώσει ψηλά τον αμανέ και να μη δέχονταν προτάσεις που συνοδευόταν από άλλες συνθήκες από αυτές που είχαν συνηθίσει. Ισως να ήταν αυτό. Ξέρεις, πολλοί ηθοποιοί πέφτουν συχνά στην παγίδα του «εγώ είμαι κάποιος». Περνάει καιρός μέχρι να καταλάβουν πως είναι κι αυτό ένα επάγγελμα, όπως τα άλλα. Και καμιά φορά μπορεί είναι αργά γι’ αυτούς, όταν το συνειδητοποιούν. Προσωπικά ήμουν διαλλακτικός λόγω και της από τότε παράλληλης ενασχόλησής μου με την εστίαση. Οχι ότι δούλευα τζάμπα, πάντα πληρωνόμουν κανονικά και όπως έπρεπε.
Εχεις ακόμη ανοιχτούς λογαριασμούς με τη «Λάμψη». Διεκδικείς χρήματα από τον ΑΝΤ1 για τα συγγενικά πνευματικά δικαιώματα λόγω της μετάδοσης της σειράς σε χώρες του εξωτερικού. Ωστόσο, δεν δικαιώθηκες στα ελληνικά δικαστήρια…
Γι’ αυτό είμαι πολύ χαρούμενος που τελείωσε εδώ η ιστορία και θα πάω με τους δικηγόρους μου στο εξωτερικό. Θέλω να δικαιωθώ, γι’ αυτό και αποφάσισα να το τραβήξω. Δεν υπάρχει κάτι άλλο. Νομίζω ότι είναι κοροϊδία και θα πρέπει να σταματήσει κάποια στιγμή και να πληρωθούν οι άνθρωποι που πρέπει. Η απόφαση του δικαστηρίου στην Ελλάδα ήταν γελοιωδέστατη. Δεν γίνεται να λες ότι, επειδή ένας άνθρωπος ήταν ακριβοπληρωμένος εκείνη την εποχή, δεν μπορεί να πληρωθεί τα δικαιώματά του. Εχω στείλει αυτή την απόφαση στο εξωτερικό, σε ανθρώπους που κινούνται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, και γελάνε. Η «Λάμψη», απ’ ό,τι ξέρω, έχει παιχτεί σε 80 χώρες περίπου, σε 3.500 διαδικτυακά κανάλια, προβάλλεται ακόμη και σήμερα σε συνδρομητικές πλατφόρμες, όπως ο ΑΝΤ1+. Μπορεί κάποιος να πληρώσει και να τη δει, αν θέλει, αλλά εγώ ως ηθοποιός της εξακολουθώ να μην παίρνω λεφτά. Προφανώς, έχουν γίνει λάθη και από τον κλάδο μας, δηλαδή όλο αυτό είναι αποτέλεσμα και άλλων παραγόντων. Εγώ ούτε συνδικαλιστής ήμουν, ούτε τίποτα. Απλώς, μου την έδωσε κάποια στιγμή και αποφάσισα να κυνηγήσω τα συγγενικά δικαιώματα για όλους τους ηθοποιούς. Είπα ότι αυτά τα λεφτά θα τα πάρω. Οταν λοιπόν ένας άνθρωπος αποφασίζει να κάνει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε το σωματείο να είναι δίπλα του, όπως και οι ηθοποιοί της σειράς. Διότι σε περίπτωση που υπήρχε ομαδική αντίδραση, τότε τα πράγματα ίσως να ήταν διαφορετικά. Εγώ πάντως θα συνεχίσω τον αγώνα μου.
Εχεις επαφές σε φιλικό επίπεδο με άλλους ηθοποιούς της «Λάμψης»;
Με τον Χρήστο Πολίτη, που είναι και κουμπάρος μου, καθώς με πάντρεψε στον πρώτο μου γάμο, τηλεφωνιόμαστε, γιατί δεν ζει στην Αθήνα. Είναι κι αυτός λίγο λυπημένος λόγω αυτής της κατάστασης. Για παράδειγμα, ο Χρήστος, ο οποίος… ήταν η «Λάμψη», αφού μόνο αυτός έμεινε έως το τέλος, θα μπορούσε να ζει από τα χρήματα των δικαιωμάτων στα γεράματά του, αλλά δεν παίρνει φράγκο ούτε αυτός.

Εχεις παντρευτεί δύο φορές και έχεις αποκτήσει τρεις κόρες. Πώς αισθάνεσαι ως κοριτσοπατέρας;
Είναι σαν να έχεις… έξι παιδιά! (γελάει) Τα κορίτσια είναι πιο διεκδικητικά από τα αγόρια. Ωραίο συναίσθημα, ειδικά με τη μεγάλη μου κόρη, τη Μελίτα, που είναι 30 ετών πια, είμαστε σαν φίλοι. Με τις μικρές, που είναι 6 και 4, έχει πολύ παιχνίδι η κατάσταση. Εντάξει, είναι ευτυχία να έχεις παιδιά.